Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

Ποιός είναι ο Ιωνάθαν?


Νὰ ἡ ἀπορία! Ὁ μικρὸς Ἰωνάθαν δὲν εἶναι ἄραγε πάρα ἕνας ἁπλὸς γλάρος ποὺ μαθαίνει νὰ πετᾶ; Αὐτό, καὶ τίποτα ἄλλο; Εἶναι μονάχα ἕνα λευκὸ πουλὶ τῆς θάλασσας καὶ τῶν ἀνέμων;

Μὰ τότε πῶς ἐξηγεῖται νὰ τρέχουν ἑκατομμύρια ἄνθρωποι σ᾿ ὅλον τὸν κόσμο νὰ ἀγοράσουν τὴν Ἱστορία του, νὰ συμμεριστοῦν τὴ δική του ἐμπειρία, καὶ νὰ τὸν ἀποθεώσουν; Γιατὶ βέβαια ὁ γλάρος Ἰωνάθαν δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ πρῶτος, οὔτε ὁ τελευταῖος, ποὺ ἀντίκρυσε τὴ μαγεία τῶν αἰθέρων! Οὔτε ὁ πρῶτος —ἢ ὁ τελευταῖος— ποὺ ὀνειρεύτηκε τὴν ἐλευθερία...

Ἑπομένως, κάτι ἄλλο πρέπει νὰ εἶναι αὐτὸς ὁ Ἰωνάθαν.

«Εἶναι μία βρώμικη ἱστορία», εἶπε ἕνας παπᾶς ἀπὸ τὴν Καλιφόρνια, «ἕνα βιβλίο ποὺ γκρεμίζει θεσμούς, καὶ ἀμφισβητεῖ τὶς πιὸ ἱερές μας ἀξίες, κηρύσσοντας τὸ ἀχαλίνωτο πάθος τῆς ἐλευθερίας». Ἕνας ἄλλος ἱερωμένος τὸ σύστησε στοὺς ἐνορίτες του σὰν «εὐαγγέλιο ψυχικῆς ἀνατάσεως». Μερικοὶ ἀναγνῶστες πίστεψαν πὼς στὸν γλάρο Ἰωνάθαν κρύβεται ἡ ψυχὴ τῶν ἐλευθέρων. Ἄλλοι καυχήθηκαν πὼς ἀνακάλυψαν τὸν δικό τους κόσμο. Ὁ συγγραφέας Ραίη Μπράντμπουρυ εἶπε: «Ἀνακάλυψα στὸν Ἰωνάθαν τὰ μυστικὰ θεμέλια τῆς ψυχῆς μου».

Καὶ τὸ περιοδικὸ «Τάιμ» ρώτησε τὸν Ρίτσαρτ Μπάχ, τὸν πατέρα τοῦ Ἰωνάθαν: «Μήπως εἶστε σεῖς αὐτὸς ὁ γλάρος;» Γέλασε ὁ Μπάχ: «Ἐγώ;» εἶπε. «Κάθε ἄλλο! Ὁ Ἰωνάθαν βρίσκεται ἐκεῖ, ψηλά», κι ἔδειξε τὸν οὐρανό, «ἐνῷ ἐγὼ ἱδρώνω ἐδῶ κάτω, χτυπιέμαι καὶ φτεροκοπῶ, κι ἀκόμη δὲν μπόρεσα νὰ πετάξω!» Τρόπος τοῦ λέγειν, φυσικά, γιατί ὁ Μπὰχ εἶναι ὁ πιὸ δαιμόνιος, ὁ πιὸ «τρελός», ἀλλὰ καὶ ὁ πιὸ ἔμπειρος ἐρασιτέχνης ἀεροπόρος τῆς Ἀμερικῆς. Κι ὅσο γιὰ τὸν γλάρο του, αὐτὸς ἔχει «ἀπογειωθεῖ» ἐδῶ κι ἕνα χρόνο... πουλώντας κάπου 50.000 ἀντίτυπα τὴν ἡμέρα.

Ἕνα ἐπαναστατικὸ παραμύθι

«Ἀπὸ μία ἄποψη», εἶπε ἕνας κριτικός της Νέας Ὑόρκης, «αὐτὸς ὁ Ἰωνάθαν εἶναι ἕνα πελώριο μαρξιστικὸ παραμύθι». Τὸ ζήτημα εἶναι ὅμως πῶς ξυπνᾷς ὕστερα ἀπὸ ἕνα τέτοιο παραμύθι. Κατὰ τοὺς φίλους τοῦ Μπάχ, πιὸ ὥριμος. Κατὰ τοὺς ἐχθρούς του, πιὸ συνεπαρμένος —καὶ ἴσως ἐπικίνδυνος. Γιατί ἄραγε ἀρνοῦνταν ὅλοι οἱ ἐκδότες τῆς Ἀμερικῆς ν᾿ ἀναλάβουν αὐτὸ τὸ βιβλίο ἐπὶ τρία χρόνια; «Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω», εἶπε ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς, «ἂν εἶναι γιὰ παιδιὰ ἢ γιὰ μεγάλους».

Σὰν τὶς παράξενες πολύχρωμες πινακίδες τῶν ψυχοτέστ, ὁ γλάρος Ἰωνάθαν παίρνει ἄλλη μορφή, ἀνάλογα μὲ τὸν κάθε ἀναγνώστη. Ἡ ἐπιτυχία του ὅμως ὀφείλεται στὴν ἁπλότητα τοῦ μύθου καὶ τῆς ἀφήγησης. «Δὲν ξέρω τί ἤθελα νὰ πῶ μὲ τὸν Ἰωνάθαν», παραδέχτηκε ὁ Μπάχ. «Τὴν ὥρα ποὺ τὸν ἔγραφα, τὸ χέρι μου πήγαινε μόνο του. Λὲς καὶ τὸ ἔσπρωχνε κάποιος ἄλλος. Ὅταν τὸ λέω αὐτό, μὲ ἀποκαλοῦν τρελό».

Ἴσως ὅμως οἱ ὄμορφες ἱστορίες νὰ μὴ γράφονται παρὰ μόνον ἔτσι: Ἀπὸ ἕνα χέρι ποὺ τρέχει σὰν τρελὸ πάνω ἀτὸ χαρτί, ἀποτυπώνοντας σκέψεις ἁπλές, στοιχειώδεις, χωρὶς φραστικὰ πυροτεχνήματα, χωρὶς ἀκροβασίες, ἀλλὰ μὲ ἕνα περίεργο «βάθος».

Ἢ... ὕψος;

Γιατὶ αὐτὸ τὸ «ἀναρχικὸ παραμύθι» διαδραματίζεται στὰ ὕψη! Παίζεται σ᾿ ἕνα ἐπίπεδο πολὺ πιὸ πάνω ἀπ᾿ τὸ καθημερινό, κι ὅμως πολὺ πιὸ σίγουρο, πιὸ σταθερὸ καὶ αἰώνιο. Ἔχει νὰ κάνει, ἀσφαλῶς, μὲ τὶς δονήσεις μιᾶς χορδῆς, τεντωμένης ἀπ᾿ τὴ μιὰ ἄκρη τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς ὡς τὴν ἄλλη. Κι ἂν γεννάει ἐρωτήματα, ἀμφιβολίες, καχυποψία στὸν πραγματιστὴ ἀναγνώστη, μαγεύει ὅμως τὸν νοῦ, καὶ ἠλεκτρίζει τὴ φαντασία... Κάτι τέτοιο, περίπου, εἶναι ὁ γλάρος Ἰωνάθαν.

«Θ᾿ αρχίσεις να πλησιάζεις τον παράδεισο, Ίωνάθαν, τη στιγμή που θα πλησιάσεις την τέλεια ταχύτητα. Κι᾿ αυτό δε σημαίνει να πετάς χίλια μίλια την ώρα, ή ένα ἑκατομμύριο, ή να πετάς με την ταχύτητα του φωτός. Γιατί ο κάθε αριθμός είναι ένα όριο και η τελειότητα δεν έχει όρια. Η τέλεια ταχύτητα, γιέ μου, είναι το να βρίσκεσαι εκει».

Στὸν πραγματικὸ Γλάρο Ἰωνάθαν,
ποὺ ζεῖ στὸν καθένα μας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου